Θυννεία και τόνοι. Μία μακρόχρονη ιστορία πάθους και αίματος
- archivesofthesea
- 1 Οκτ
- διαβάστηκε 22 λεπτά
Έγινε ενημέρωση: 2 Οκτ
Από τη Δήμητρα Μυλωνά
Τα πολλά ονόματα μιας παγίδας για τόνους:
Θυννείο, Θυννί, Al-mādhraba, Madrague, Tonnara, Almadraba

Ήταν το τέλος ενός λαμπρού, ζεστού Απρίλη και η θάλασσα κατά μήκος των δυτικών ακτών της Αττικής ήταν γαλήνια εδώ και μέρες. Στον δήμο των Αλών Αιξωνιδών, κοντά σε αυτό που αργότερα έγινε η Βουλιαγμένη, όπως και αλλού στον Σαρωνικό Κόλπο, η έξαψη και η ανησυχία κρατούσαν τους ψαράδες ξύπνιους τη νύχτα. Η περίοδος αλιείας τόνου επρόκειτο να ξεκινήσει. Αλλά θα εμφανίζονταν οι τόνοι φέτος; Θα πλησίαζαν την ακτή; Θα έπεφταν στην παγίδα που είχε ήδη στηθεί γι' αυτούς; Χρειάστηκαν μέρες για να ασφαλιστούν τα γερά δίχτυα, τα ξύλινα κοντάρια και οι πέτρινες άγκυρες στη θάλασσα και να στηθεί το θυννείο, η μεγάλη σταθερή παγίδα τόνου για την οποία ήταν τόσο περήφανοι. Ο σκοπιορός (ο βιγλάτορας) ήταν ήδη σκαρφαλωμένος στο παρατηρητήριο, προσεύχονταν και περίμενε τα σημάδια: διακαμός (λάμψεις) στην επιφάνεια της θάλασσας, ένα ξαφνικό σκοτείνιασμα του νερού, κάποια τοπική αναστάτωση και θαλασσοπούλια να συγκεντρώνονται τριγύρω, και αυτή τη βαθιά αίσθηση ότι κάτι σπουδαίο επρόκειτο να συμβεί! Όλα αυτά θα του έλεγαν ότι οι τόνοι είχαν φτάσει και ότι είχε έρθει η ώρα να βάλει δυνατή φωνή, να πει τα νέα και το πλήρωμα του θυννείου να δράσει· ώρα να ξεκινήσει η μάχη με τα κοπάδια των ψαριών που τους έφερνε η θάλασσα κάθε χρόνο.

Ούτε ένας, ούτε δύο, αλλά εκατοντάδες μεγάλοι τόνοι πιάνονταν κάθε χρόνο εδώ, και σε πολλά άλλα σημεία κατά μήκος της ακτής! Οι ψαραγορές στα κοντινά χωριά, ακόμη και η ακόρεστη ψαραγορά της Αθήνας, ξεχείλιζαν από σάρκα τόνου αυτή την εποχή του χρόνου. Περιοδεύοντες ιχθυοπώλες έφερναν το υπέροχο ψάρι σε χωριά και οικισμούς στην ενδοχώρα, ακόμα και στα βουνά. Επιγραφές από τον 5ο αιώνα αναφέρουν ότι οι ιχθυοπώλες μετέφεραν ψάρια με τα πόδια μέχρι και 60 χιλιόμετρα μακριά από τη θάλασσα για να τα πουλήσουν. Ότι δεν μπορούσε να καταναλωθεί φρέσκο, τροφοδοτούσε τα αχόρταγα παστοποιεία ψαριών. Φιλέτα τόνου, αλατισμένα ή στην άλμη, τα φημισμένα τρίγωνα (φιλέτα τριγωνικού σχήματος) και τετράγωνα (φιλέτα ορθογώνιου σχήματος) και πολλά άλλα είδη, θα κυκλοφορούσαν στην αγορά, στις ταπεινές κουζίνες των αστικών σπιτιών και στα συμποτικά τραπέζια των πλουσίων για μήνες, υπενθυμίζοντας σε όλους ότι οι τόνοι ήταν μια πραγματική ευλογία!

Στις Αλές Αιξωνίδες όμως, αυτή τη ζεστή μέρα του Απρίλη, το ρίσκο ήταν μεγάλο. Δεν ήταν μόνο η αβεβαιότητα για τη σοδειά της εποχής του τόνου, δεν ήταν απλώς θέμα μιας άδειας ή γεμάτης χύτρας για τις οικογένειες των ψαράδων, ήταν επίσης το σημαντικό ζήτημα της γιορτής του τόνου! Στις Αλές Αιξωνίδες, οι ψαράδες, και σχεδόν όλοι οι άλλοι, γνώριζαν ότι για να τους φέρει η θάλασσα τους τόνους που εξασφάλιζαν την ευημερία τους, ο Ποσειδώνας έπρεπε να τους δει με καλό μάτι. Κάθε χρόνο, όταν οι τόνοι πλησίαζαν στην ακτή στις εποχιακές τους μετακινήσεις, τελούνταν μια γιορτή, το Θυνναίον, προς τιμήν του Ποσειδώνα, του άρχοντα της θάλασσας, για να του δείξουν σεβασμό και να του προσφέρουν ένα μερίδιο από τα αλιεύματα. Οι «πρώτοι καρποί» της αλιευτικής περιόδου του τόνου ήταν δικοί του!


Αλλά θα εμφανίζονταν οι τόνοι φέτος; Θα ήταν η κοινότητα ευτυχής και ο θεός θα λάμβανε τις τιμές του; Ή μήπως οι τόνοι θα έμεναν στ’ ανοιχτά και όλες οι προσπάθειες και οι προετοιμασίες των ανθρώπων θα ήταν μάταιες;
Αυτό το στιγμιότυπο μιας ανοιξιάτικης ημέρας στις αττικές ακτές, κάποια στιγμή στον 4ο αιώνα π.Χ. δεν είναι φανταστική. Βασίζεται σε ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία, με μια πολύ μικρή δόση φαντασίας. Επαναλαμβανόταν για αιώνες στις ακτές της Μεσογείου, ανατολικής και δυτικής, με μικρές παραλλαγές. Το ψάρεμα του τόνου, εποχιακό, ασταθές, βίαιο και παραγωγικό, διαμόρφωσε την αντίληψη των ανθρώπων για τον θαλάσσιο κόσμο, δημιούργησε πλούτο, προώθησε τη βιομηχανική ανάπτυξη και άνοιξε ένα ευρύ εμπορικό δίκτυο σε όλη τη Μεσόγειο και σε όλο τον κόσμο της εποχής.
Τόνοι…. τι μας λέει το όνομα, τι μας λέει το ψάρι
Η λέξη τόνος, όπως και άλλες σχετικές με τη θαλάσσια ζωή, δεν είναι καθόλου ακριβής! Δεν αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο είδος ψαριού, αλλά μερικές φορές τη χρησιμοποιούμε χαλαρά για να μιλήσουμε για τον μεγάλο γαλαζόπτερο τόνο. Άλλες φορές τη χρησιμοποιούμε για να αναφερθούμε σε δύο ή τρία είδη ψαριών που μοιράζονται κάποια κοινά χαρακτηριστικά: έχουν μεγάλο σώμα, είναι εποχιακά και όλα ανήκουν στην οικογένεια των Σκομβρίδων. Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, οι μεγάλοι γαλαζόπτεροι τόνοι, που είναι οι πρωταγωνιστές αυτής της ανάρτησης, ονομάζονται επίσημα Thunnus thynnus.

Τα λατινικά διπλά ονόματα που χρησιμοποιούνται στην επιστήμη για να ορίσουν τους ζωντανούς οργανισμούς (ακολουθώντας ένα ταξινομικό σύστημα που επινόησε ο Ληναίος και που αναφέρθηκε σε προηγούμενη ανάρτηση για τα κοράλλια), δημιουργούν, στο μυαλό των ανθρώπων, κάποια αίσθηση τάξης του χαοτικού φυσικού κόσμου. Το όνομα Thunnus thynnus μας λέει ότι έχουμε να κάνουμε με ένα πλάσμα που ανήκει στο γένος Thunnus (ακριβώς όπως το επώνυμο της Ρωξάνης είναι Μαργαρίτη και το δικό μου είναι Μυλωνά) και στο είδος thynnus (όπως εγώ είμαι η Δήμητρα και η συν-ιστορούσα μου είναι η Ρωξάνη). Σε αυτό το ταξινομικό σχήμα υπάρχει μόνο ένα είδος ψαριού που μπορεί να ονομαστεί Thunnus thynnus (αν και είμαι σίγουρη ότι υπάρχουν πάνω από μία Ρωξάνη Μαργαρίτη και Δήμητρα Μυλωνά στον κόσμο). Υπάρχουν και άλλα ψάρια που ανήκουν στο ίδιο γένος Thunnus, αλλά έχουν διαφορετικό όνομα είδους: Thunnus alalunga (τόνος μακρύπτερος), Thunnus albacares (τόνος κιτρινόπτερος), Thunnus obesus (τόνος μεγαλόφθαλμος) και άλλα. Τα πλάσματα που μοιράζονται το ίδιο όνομα γένους είναι τα πιο κοντινά στο ταξινομικό δέντρο, είναι στενοί συγγενείς. Η οικογένεια των Σκομβρίδων (Scombridae), ωστόσο, έχει περισσότερα γένη με μια ποικιλία ονομάτων. Τέτοιες ταξινομήσεις βασίζονται σε μορφολογικά χαρακτηριστικά, όπως ο αριθμός και ο τύπος των πτερυγίων, ο αριθμός και το σχήμα των χρωματικών ζωνών στο σώμα, κ.λ.π. Στον κόσμο της επιστημονικής ταξινομίας, τα πράγματα φαίνονται τακτικά.

Στον κόσμο της αλιείας, ωστόσο, και ιδιαίτερα στον παραδοσιακό τύπο παλιότερων εποχών, η κατηγοριοποίηση γίνεται πιο ασαφής και τα ταξινομικά κριτήρια είναι πιο ρευστά, αλλάζοντας με την πάροδο του χρόνου και από τόπο σε τόπο, παίρνοντας υπόψη τα τοπικά ενδιαφέροντα και πρακτικές. Για παράδειγμα, ο ιχθυολόγος Δ. Παπαναστασίου (στο Αλιεύματα, Αθήνα 1976, σελ. 502-3) μας πληροφορεί ότι στην τουρκική αγορά των αρχών του 20ού αιώνα, δύο διαφορετικά είδη παλαμίδων (Katsuwonus pelamis και Sarda sarda) ομαδοποιούνταν και ήταν γνωστά με διάφορα κοινά ονόματα ανάλογα με το βάρος τους. Palamut: 0,5-1 kg· bonito: 2-4,5 kg· torik: 4,5-7 kg· lakerdit: πάνω από 7 kg. Εδώ δεν ήταν η πραγματική βιολογική ταυτότητα που είχε σημασία, αλλά ένα χαρακτηριστικό που σχετίζεται με την αγορά, το μέγεθος/βάρος.


Η σύγχρονη εθνογραφία και ανθρωπολογία έχουν δημιουργήσει έναν όρο για το φαινόμενο: πρόκειται για «λαϊκές ταξινομήσεις» (folk taxonomies), οι οποίες βασίζονται στα πολιτισμικά ενδιαφέροντα (οικονομικά, συμβολικά, πολιτικά κ.λπ.) που έχει μια κοινότητα για τον συγκεκριμένο τύπο οργανισμού. Για τους περισσότερους Κρητικούς των πεδινών, για παράδειγμα, η λέξη χιόνι καλύπτει τρία διαφορετικά πράγματα: χιόνι, χιονόνερο και χαλάζι. Αυτό είναι φυσικό. Για το μεγαλύτερο μέρος του νησιού της Κρήτης μακριά από τις ψηλότερες περιοχές των βουνών, το χιόνι είναι ένα μάλλον σπάνιο φαινόμενο, ελάχιστα κατανοητό. Στο ίδιο νησί, ωστόσο, υπάρχουν πάρα πολλές λέξεις για να περιγράψουν τα αιγοπρόβατα, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, το ανάστημα, το χρώμα, το σχήμα των κέρατων, το χρώμα των ματιών, τα ιδιαίτερα ατομικά χαρακτηριστικά τους κ.λπ. Τα αιγοπρόβατα είναι πολιτισμικά πολύ σημαντικά. Οι άνθρωποι χρειάζονται πολλές κατηγορίες για να τα περιγράψουν. Ομοίως, στην Κωνσταντινούπολη των παλαιών ημερών, οι μεταναστευτικές παλαμίδες και τα τορίκια ήταν επίσης τόσο σημαντικά ώστε να δικαιολογούν τη δημιουργία μιας ειδικής ορολογίας.

Για όσους από εμάς μελετάμε τον τρόπο ζωής των ανθρώπων του παρελθόντος, αυτή η συνειδητοποίηση είναι συναρπαστική! Έχει νόημα... αλλά δημιουργεί επίσης σοβαρά προβλήματα. Αρχαία και προ-νεωτερικά κείμενα για τους τόνους το καταδεικνύουν περίτρανα. Όταν διαβάζουμε τέτοια κείμενα για τους τόνους και άλλα μέλη της οικογένειας των Σκομβρίδων ή όταν διαβάζουμε για τον τρόπο σύλληψής τους, έχουμε τη αίσθηση ότι η ακρίβεια στις περιγραφές είναι άπιαστη. Ενώ μπορούμε να κατανοήσουμε πλήρως το νόημα των κειμένων, αδυνατούμε παρόλα αυτά να μιλήσουμε για το θέμα με τους ακριβείς, σαφείς όρους που απαιτεί η σύγχρονη επιστήμη. Σε αυτήν την ανάρτηση θα προσπαθήσουμε να βάλουμε τα πράγματα σε τάξη, αλλά δεν θα εμβαθύνουμε στο πρόβλημα. Αν έχετε περιέργεια, δείτε τη βιβλιογραφία στο τέλος της ανάρτησης.

Οι Σκομβρίδες ως ομάδα βρίσκονται σε όλους τους ωκεανούς του κόσμου και αποτελούν μια διακριτή οικογένεια, παρότι ποικίλλουν απίστευτα στο μέγεθος, από τα σχετικώς μικρά σκουμπριά που μπορεί να φτάνουν τα 66 εκ. σε μήκος σε κάποιες θάλασσες αλλά συνήθως δεν ξεπερνούν τα 30, μέχρι τους γαλαζόπτερους τόνους που μπορεί να φτάσουν τεράστια μεγέθη (π.χ. 680 kg), και που συχνά, ακόμη και σήμερα εύκολα φτάνουν τα 200 κιλά και τα 2 μέτρα σε μήκος. Τα μέλη της οικογένειας αυτής μοιράζονται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά. Έχουν υδροδυναμικό σχήμα που διευκολύνει την γρήγορη κολύμβηση, έχουν λιπαρή σάρκα και είναι προικισμένα με ένα πολύ αποτελεσματικό κυκλοφορικό σύστημα. Είναι πελαγικά, σχηματίζοντας μεγάλα, και μερικές φορές τεράστια, κοπάδια και η ζωή τους ορίζεται από το παντοδύναμο ένστικτο της αναπαραγωγής.


Για αιώνες, φυσιοδίφες, φιλόσοφοι και βιολόγοι που ζούσαν γύρω από τη Μεσόγειο προβληματίζονταν για διάφορα μυστήρια σχετικά με τον τόνο. Από πού προέρχονταν οι γαλαζόπτεροι τόνοι; Πού πήγαιναν μετά την αναπαραγωγή τους; Γιατί κανείς δεν είχε δει ποτέ τα μικρά τους; Γιατί ορισμένες θάλασσες, όπως τα νερά της Σικελίας και η Θάλασσα του Μαρμαρά, ήταν τόσο πιο πλούσιες σε τόνους από άλλες; Διατυπώθηκαν αρκετές θεωρίες, άλλες ευφάνταστες κι άλλες εκπληκτικά ακριβείς, παρά την πρώιμη εποχή τους. Η σύγχρονη θαλάσσια βιολογία και η ωκεανογραφία έλυσαν τα (περισσότερα) μυστήρια. Οι πληθυσμοί των γαλαζόπτερων τόνων, λόγω της οικονομικής τους σημασίας, τόσο στο παρελθόν όσο και τώρα (βλ. για παράδειγμα τη σημασία της παγκοσμιοποιημένης μανίας για σούσι), βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης και ο αριθμός τους έχει μειωθεί δραματικά σχεδόν παντού στον κόσμο. Το 1966 ιδρύθηκε η Διεθνής Επιτροπή για τη Διατήρηση των Τόνων του Ατλαντικού - Ιnternational Commission for the Conservation of Atlantic Tunas (ICAAT) αφιερωμένη στην διάσωση του γαλαζόπτερου τόνου και των συγγενών του ειδών στον Ατλαντικό και στις παρακείμενες θάλασσες. Αυτή η πρωτοβουλία και η γενική ανησυχία για την αλιεία τόνου και τη διατήρηση των ωκεανών οδήγησαν σε μια άνθηση της έρευνας για όλα τα ζητήματα που αφορούν τον τόνο.

Οι τόνοι είναι κοσμοπολίτικα ψάρια και κολυμπούν σε όλους τους θερμούς και εύκρατους ωκεανούς του κόσμου, με εξαίρεση τις ψυχρές περιοχές του βορρά και του νότου. Έχουν διάρκεια ζωής πάνω από 30 χρόνια και μπορούν να φτάσουν σε τεράστια μεγέθη. Ο μεγαλύτερος καταγεγραμμένος γαλαζόπτερος τόνος του Ατλαντικού ήταν περίπου 680 κιλά και είχε μήκος σχεδόν 3 μέτρα. Είναι πελαγικά ψάρια που μπορούν να καταδυθούν σε βάθη έως και 1000 μέτρα ή και βαθύτερα. Σχηματίζουν μεγάλα κοπάδια αρκετών εκατοντάδων ή και χιλιάδων ατόμων το καθένα και διανύουν τεράστιες αποστάσεις κατά τη μετανάστευσή τους. Για αιώνες υπήρχε η υποψία - και τα σύγχρονα προγράμματα γεωσήμανσης το έχουν αποδείξει - ότι οι πληθυσμοί τόνου του Ατλαντικού και της Μεσογείου αναμειγνύονται σε κάποιο βαθμό με άτομα που κινούνται μέσα και έξω από τα στενά του Γιβραλτάρ. Άλλοι προτιμούν να παραμένουν εκατέρωθεν των στενών, κάποιοι κινούνται κατά μήκος ολόκληρης της Μεσογείου και κάποιοι σχηματίζουν τοπικούς πληθυσμούς.

Κατά τη διάρκεια της ετήσιας μετανάστευσής τους, οι γαλαζόπτεροι τόνοι μετακινούνται από τους τόπους σίτισής τους στους τόπους αναπαραγωγής και πίσω πάλι. Δημιουργούν έτσι ένα μοτίβο κίνησης, το οποίο, αν και ευαίσθητο στις περιβαλλοντικές συνθήκες όπως η θερμοκρασία του νερού, τα ρεύματα των ωκεανών κ.λπ., είναι εξαιρετικά επίμονο. Ο χρόνος, οι διαδρομές και η κλίμακα της μετανάστευσης ποικίλλουν από έτος σε έτος και από τη μία γεωγραφική περιοχή στην άλλη, και είναι διαφορετικά για κάθε είδος, αλλά το γεγονός ότι η μετανάστευση συμβαίνει κάθε χρόνο χωρίς εξαίρεση, αποτελεί βασικό παράγοντα για την εκμετάλλευση αυτών των ψαριών σε όλο τον κόσμο εδώ και χιλιετίες.
Οι ψαράδες έχουν παρατηρήσει αυτά τα μοτίβα και τη συμπεριφορά των ψαριών, έχουν κατανοήσει την επαναληπτικότητα της κίνησής τους και κατέληξαν να περιμένουν την άφιξή τους. Εφηύραν τεχνολογία που εκμεταλλεύεται τη βιολογία και τη συμπεριφορά των Σκομβρίδων και δημιούργησαν πλούτο και πολιτισμό βασισμένοι σε αυτά.

Όπου εμφανίζονται οι Σκομβρίδες, οι ψαράδες αναμένουν να βρουν και άλλα είδη θαλάσσιων πλασμάτων: μικρά πελαγικά ψάρια που αποτελούν θήραμα των σκομβρίδων, όπως γαύροι, σαρδέλες κ.λπ., και μεγαλύτερα αρπακτικά που τρέφονται με αυτά, όπως καρχαρίες, φάλαινες, θαλάσσιες χελώνες κ.λ.π.
Ο κόσμος των τόνων και των συγγενών τους είναι πολύπλοκος και πυκνοκατοικημένος.
Ο ετήσιος κύκλος ζωής των γαλαζόπτερων τόνων έχει όπως είπαμε δύο διακριτές φάσεις. Όταν τα ψάρια φτάσουν σε σεξουαλική ωριμότητα (περίπου 3-5 ετών και 80-100 εκατοστά σε μήκος) και κάθε χρόνο για το υπόλοιπο της ζωής τους, κάνουν ένα ταξίδι αναπαραγωγής που τα φέρνει χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τους τόπους διαμονής τους. Κινούνται προς νερά θερμότερα από 20°C και με την αύξηση της θερμοκρασίας στο δρόμο τους, τα αυγά τους σταδιακά ωριμάζουν. Υπάρχουν ορισμένες περιοχές που θεωρούνται ιδανικοί τόποι αναπαραγωγής όπου, στο παρελθόν, μεγάλος αριθμός τόνων συναθροιζόταν κάθε χρόνο για να αναπαραχθούν. Τα θηλυκά διασκορπίζουν τα αυγά τους, εκατομμύρια μικροσκοπικά αυγά χωρίς κέλυφος, διαμέτρου μόλις 1 χιλιοστού, για να γονιμοποιηθούν από σπέρμα που επίσης απλώνουν τα αρσενικά ψάρια. Τα αυγά και οι προνύμφες που βγαίνουν από αυτά (οι προνύμφες είναι ενεργές, ανώριμες μορφές ψαριών και άλλων οργανισμών, π.χ. έντομα) είναι ελαφρά και επιπλέουν ακριβώς κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, προσφέροντας άφθονη τροφή σε πάρα πολλά θαλάσσια πλάσματα. Στη Μεσόγειο Θάλασσα, τόποι αναπαραγωγής είναι οι Βαλεαρίδες Νήσοι, η Μάλτα, τα Αιόλια Νησιά, το Αιγαίο και η Θάλασσα του Λεβάντε. Παλαιότερα, οι τόνοι εισέρχονταν επίσης στη Θάλασσα του Μαρμαρά και στη Μαύρη Θάλασσα, αλλά η έντονη ρύπανση και η θαλάσσια κυκλοφορία των τελευταίων δεκαετιών τους κρατούν πια μακριά.

Όταν ολοκληρωθεί η αναπαραγωγή τα ψάρια επιστρέφουν, ισχνά και εξαντλημένα, στους τόπους διαβίωσής τους, ωκεάνιες εκτάσεις υψηλής παραγωγικότητας, όπου παραμένουν για μήνες για να αναπληρώσουν τα αποθέματά τους σε ενέργεια και να αναπτυχθούν, προετοιμαζόμενα για την επόμενη περίοδο ζευγαρώματος. Ακόμα και με τον σημερινό μειωμένο πληθυσμό των γαλαζόπτερων τόνων, οι αναπαραγωγικές τους συγκεντρώσεις είναι πραγματικά εντυπωσιακές.

Οι γαλαζόπτεροι τόνοι κινούνται σε προβλέψιμες τροχιές, δεξιόστροφα, κατά μήκος της ακτής για να φτάσουν στους τόπους αναπαραγωγής τους (αναπαραγωγική μετανάστευση) και στη συνέχεια κατά την επιστροφή τους (τροφική μετανάστευση). O Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, τον 1ο αι. μ.Χ., στο έργο του Φυσική Ιστορία (HN IΧ, 18, 47, 19, 49) λέει ότι το φαινόμενο αυτο οφείλεται στο ότι οι τόνοι βλέπουν καλύτερα με το δεξί τους μάτι. Στο αναπαραγωγικό τους ταξίδι τείνουν να σχηματίζουν μεγάλα, σφιχτά κοπάδια που κολυμπούν πολύ κοντά στην ακτή. Μπαίνουν σε όρμους και αμμώδεις κόλπους, αναζητώντας ζεστά ήρεμα νερά. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης δεν τρώνε, επομένως το ψάρεμα με δόλωμα δεν είναι δυνατό. Στο ταξίδι της επιστροφής τους μένουν περισσότερο στ᾽ανοιχτά, σε πιο χαλαρούς σχηματισμούς και τρέφονται εν κινήσει.
Μια συνέπεια των παραπάνω, πολύ σημαντική από άποψη αρχαιολογίας και οικονομικής ιστορίας, είναι ότι παρόλο που οι γαλαζόπτεροι τόνοι είναι πελαγικά ψάρια, ζουν δηλαδή στ’ ανοιχτά, μπορούν στην πραγματικότητα να αλιευθούν πολύ κοντά στην ακτή με τεχνολογίες και εργαλεία που χρησιμοποιούνται στην παράκτια αλιεία. Μια δεύτερη συνέπεια είναι ότι οι στατικές παγίδες που βρίσκονται στην ακτή στοχεύουν κυρίως ψάρια στις μεταναστεύσεις αναπαραγωγής τους, επειδή τότε πλησιάζουν πολύ την στεριά, εντός της εμβέλειας των παγίδων, άρα είναι ενεργές σε συγκεκριμένες και προβλέψιμες εποχές του χρόνου. Τα ψάρια στο ταξίδι της επιστροφής τους σχηματίζουν πιο διασκορπισμένα κοπάδια που σε αυτό το στάδιο μπορούν να πιάσουν το δόλωμα, επομένως, θεωρητικά, μπορούν να αλιευθούν με άλλα μέσα, όπως αγκίστρια και πετονιές. Τέλος, η εξέταση της φυσιολογίας και των συνηθειών των τόνων καθιστά σαφές ότι όταν φτάνουν τα κοπάδια των τόνων, οι ψαράδες μπορεί να βρεθούν αντιμέτωποι με μια τεράστια ποσότητα σάρκας ψαριού ανά αλιευτική προσπάθεια! Σε παλαιότερες εποχές, όταν η ψύξη δεν ήταν επιλογή και η μεταφορά σε μεγάλες αγορές ήταν αναποτελεσματική και χρονοβόρα, μια τέτοια αφθονία απαιτούσε λύσεις διατήρησης... Το κρέας έπρεπε να συντηρηθεί αλλιώς θα χαλούσε και θα χάνονταν!

Σε αυτήν την ανάρτηση, το ζήτημα της διατήρησης της σάρκας του τόνου αναφέρεται απλώς χωρίς περεταίρω συζήτηση. Έχουμε ήδη δει ορισμένες πτυχές του θέματος στην ανάρτησή μας για τον γάρο. Στη συνέχεια, θα εστιάσουμε στον τρόπο με τον οποίο αλιεύονταν οι τόνοι στη Μεσόγειο στο παρελθόν και ιδιαίτερα στα εμβληματικά θυννεία, τις στατικές παγίδες τόνου!
Ο γαλαζόπτερος τόνος και πώς να τον πιάσετε.
Δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για το θυννείο χωρίς να συζητήσει και την πιο βασική εκδοχή του, το κυκλικό δίχτυ ή πεζότρατα. Η λειτουργία του είναι απλή και η αποτελεσματικότητά του έχει αποδειχθεί κατά τη διάρκεια των χιλιετιών, ως βασικό εργαλείο που χρησιμοποιείται στην παράκτια αλιεία μικρής κλίμακας. Όταν οι τόνοι εισέρχονται σε έναν κόλπο ή πλησιάζουν στην αμμουδερή παραλία, οι ψαράδες, που περιμένουν την άφιξή τους, τους παρακολουθούν και είναι προετοιμασμένοι. Χρησιμοποιούν μια βάρκα για να απλώσουν ένα μακρύ δίχτυ από την ακτογραμμή προς τη θάλασσα και πίσω πάλι στην ακτή, περικυκλώνοντας ένα τμήμα του κοπαδιού. Μια ομάδα ψαράδων στην ακτή αρχίζει να τραβάει το δίχτυ, με τον ίδιο τρόπο που κάνουν με την πεζότρατα, μειώνοντας σταδιακά τον διαθέσιμο χώρο για τα ψάρια, μέχρι να παγιδευτούν όλα στα ρηχά, περικυκλωμένα από το δίχτυ και ανίκανα να ξεφύγουν. Σε αυτό το στάδιο, οι ψαράδες επιτίθενται στους τόνους με ρόπαλα, αγκίστρια και τρίαινες, σκοτώνοντάς τα. Στη συνέχεια, φέρνουν τα μεγάλα, ασημένια, ματωμένα σώματα στην ξηρά. Η αλίευση τόνου με αυτή τη μέθοδο δεν περιορίζονταν στην αρχαιότητα ή στα πρώιμα στάδια αυτής της δραστηριότητας, αλλά χρησιμοποιούνταν ακόμη και κατά την ακμής της αλιείας και επεξεργασίας του τόνου τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα, όπως φαίνεται στην τελευταία από τις ακόλουθες εικόνες.



Το θυννείο είναι μια πιο σύνθετη εκδοχή του ίδιου πράγματος. Αλλά αντί για την κινητή πεζότρατα που χρησιμοποιείται μόνο όταν εντοπίζονται κοπάδια τόνου, το θυννείο τοποθετείται μία φορά το χρόνο και παραμένει στο νερό για μήνες, μέχρι το τέλος της αλιευτικής περιόδου τόνου. Είναι μια σταθερή συσκευή.


Τα παραπάνω σχέδια δείχνουν ξεκάθαρα τα βασικά μέρη και εξαρτήματα μιας στατικής παγίδας τόνου, μεγάλης και μικρής. Αρκετά κομμάτια διχτυού τοποθετούνται όρθια στο νερό με τη βοήθεια ξύλινων πασσάλων ύψους αρκετών μέτρων, οι οποίοι μπήγονται στον πυθμένα της θάλασσας και συγκρατούνται στη θέση τους με μια διάταξη σχοινιών και αγκυρών. Αυτός ο συνδυασμός διχτυών, πασσάλων και αγκυρών δημιουργεί ένα φράγμα που εκτείνεται αρκετά μέτρα (ακόμα και εκατοντάδες μέτρα) στη θάλασσα, δημιουργώντας, στις πιο περίτεχνες εκδοχές του, ένα σύστημα περασμάτων και «δωματίων» ή στην απλούστερη μορφή του απλώς ένα φράγμα και έναν κλειστό χώρο. Αυτό το είδος παγίδας, ο Οππιανός, στο ποίημά του «Αλιευτικά» του 2ου αιώνα μ.Χ. (III, 633-642) το περιέγραψε ως μια πόλη από δίχτυα με πύλες και φρουρούς και εσοχές και περάσματα. Είναι σχεδιασμένη για να μπλοκάρει τον δρόμο των μεταναστευτικών κοπαδιών τόνου που κινούνται κατά μήκος της ακτής στα σχετικά ρηχά, ζεστά νερά των κόλπων και των όρμων, στο δρόμο τους για να φτάσουν στους τόπους αναπαραγωγής τους. Επειδή οι τόνοι δεν μπορούν να γυρίσουν και να κολυμπήσουν προς τα πίσω για να βγουν από τους στενούς χώρους που δημιουργούνται από τα δίχτυα, μόλις χτυπήσουν το πρώτο εμπόδιο, συνεχίζουν να κολυμπούν κατά μήκος του, κινούμενοι έτσι βαθύτερα στην παγίδα. Οι ψαράδες που εργάζονται στο θυννείο είναι παρόντες, σε μικρές βάρκες, αναδιατάσσοντας συνεχώς τα χωρίσματα της παγίδας, σηκώνοντας δίχτυα για να σφραγίσουν τον πυθμένα, ρίχνοντας δίχτυα για να κλείσουν τις πόρτες και να περικλείσουν τα κοπάδια τόνου σε ολοένα και στενότερους χώρους. Τα ψάρια τελικά φτάνουν στον «θάλαμο θανάτου», τον τρομερό εσωτερικό χώρο της παγίδας όπου οι τόνοι, φοβισμένοι, ψάχνοντας απεγνωσμένα να ξεφύγουν χτυπώντας τριγύρω με μανία, συναντούν τον θάνατό τους. Οι ψαράδες τους σφυροκοπούν, τους αγκιστρώνουν και τους βγάζουν από το νερό που, μέχρι τότε, έχει γίνει κατακόκκινο από το αίμα, γεμάτο αφρούς από τη μάχη που λαμβάνει χώρα σε αυτό. Τα σώματα μεταφέρονται στις βάρκες, για να βγουν από τη θάλασσα, στην παραλία. Εκεί, είτε ακολουθούν τον δρόμο για την αγορά είτε για το παστοποιείο.


Ένα αναπόσπαστο, κρίσιμο στοιχείο ενός θυννείου είναι η σκοπιά, ο πύργος παρατήρησης. Μια σκοπιά θα μπορούσε να είναι ένα ψηλό σημείο στην ακτή, η κορυφή ενός ακρωτηρίου ή οποιοδήποτε άλλο φυσικό σημείο στην παράκτια τοπογραφία που θα προσέφερε ανεμπόδιστη θέα στη θάλασσα. Ο Οππιανός, στο έργο του που αναφέραμε νωρίτερα το περιγράφει αρκετά εύγλωττα: Εκεί (στην τοποθεσία του θυννείου) ένας επιδέξιος βιγλάτορας ανεβαίνει σ’ έναν απότομο ψηλό λόφο, και παρατηρεί τα κοπάδια των ψαριών, το είδος και το μέγεθός τους και ενημερώνει τους συντρόφους του» (Op. Hal. III, 637-640, αγγλική μετάφραση από τον A.W. Mair, 1963).

Όπου δεν υπήρχαν τέτοια σημεία στην ακτή, ανεγείρονταν τεχνητοί ξύλινοι πύργοι από έναν ή περισσότερους ψηλούς ξύλινους στύλους που στέφονταν με μια μικρή πλατφόρμα όπου στεκόταν ο σκοπιορός, ο βιγλάτορας. Ο βιγλάτορας ήταν ένα πολύ σημαντικό μέλος του πληρώματος με εξαιρετική όραση και βαθιά γνώση των σημαδιών που έδιναν τα κοπάδια των ψαριών καθώς πλησίαζαν. Πόσα ψάρια είχε το κοπάδι και από ποια κατεύθυνση ακριβώς έρχονταν, τι είδους, τι μέγεθος κ.λπ., ήταν πληροφορίες που μετέδιδε στο πλήρωμα του θυννείου, προκειμένου να κάνουν τις απαραίτητες κινήσεις. Στην αρχαία ελληνική γραμματεία, ο όρος θυννοσκόπος (βιγλάτορας ή σκοπός για τόνους) έγινε λογοτεχνικός τόπος, ένα κοινότοπο θέμα, που χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει την εξαιρετική ικανότητα ενός ατόμου να εντοπίζει διαφορές. Προφανώς οι άνθρωποι δεν χρειάζονταν εξήγηση για το τι ήταν ο θυννοσκόπος. Αρκετές επιγραφές από την Ελληνιστική Ελλάδα (4ος-2ος αι. π.Χ.) τονίζουν τη σημασία τέτοιων πύργων-παρατηρητηρίων. Όταν τα θυννεία ενοικιάζονταν από Ιερά ή Πόλεις σε ιδιώτες, υπήρχε πάντα αναφορά στον πύργο παρατήρησης ως κεντρικό στοιχείο της εγκατάστασης.

Το θυννείο, η στατική παγίδα για τόνους χρησιμοποιείται εποχιακά. Όταν οι τόνοι φεύγουν, το θυννείο αποσυναρμολογείται και τα εξαρτήματά του αποθηκεύονται. Έτσι, για κάθε θυννείο είναι απαραίτητα κάποια κτίρια αποθήκευσης στην ακτή. Στη θρυλική Favigniana, ένα από τα Αιόλια νησιά δυτικά της Σικελίας, όπου ακόμη επιβιώνουν τα τελευταία θυννεία της Μεσογείου (εκεί ονομάζονται τοννάρες), οι αποθήκες αυτές μοιάζουν με καθεδρικούς ναούς, με ψηλά ανοίγματα που ρίχνουν φως στο σπηλαιώδες εσωτερικό. Οι τοννάρες της Favigniana ήταν πολύ μεγάλες και πολύ παραγωγικές κατά τους τελευταίους αιώνες και ο όγκος των αποθηκευμένων διχτυών, των ξύλινων πασσάλων και των σκαφών ήταν τεράστιος. Στη πραγματικότητα αντιπροσώπευαν σημαντικό μέρος του πλούτου και της δύναμης του ιδιοκτήτη τους.


Αυτές οι βασικές αρχές στη λειτουργία της στατικής παγίδας τόνου, του θυννείου, είτε μικρής και στοιχειώδους είτε μεγάλης και περίτεχνης, αρχαίας ή σύγχρονης, στην Ανατολική Μεσόγειο ή στη Δυτική, δεν άλλαξαν πολύ με την πάροδο του χρόνου. Καινοτομίες σίγουρα εισήχθησαν, αλλά το πότε δεν είναι πάντα σαφές. Σε όλη την ιστορία της χρήσης του θυννείου στη Μεσόγειο, υπήρξαν περίοδοι επέκτασης και άνθησης που φαίνονται καθαρά στα ιστορικά/αρχαιολογικά αρχεία. Άλλες φορές μόλις που βρίσκουμε λίγες, έμμεσες αποδείξεις για τη χρήση τους. Τα θυννεία έτσι όπως τα ξέρουμε σήμερα και τους τελευταίους αιώνες, αντανακλούν μια παν-μεσογειακή κοινή παράδοση. Μια λέξη που σχετίζεται με τη λειτουργία ενός θυννείου απεικονίζει όμορφα αυτό το ζήτημα: Ο όρος για τον επικεφαλής ενός θυννείου είναι μια αραβική λέξη, Reis (ή ra’is στην ορθή μεταγραφή), ο αρχηγός ή ο καπετάνιος! Αυτή υιοθετήθηκε από τους Ισπανούς, τους Γάλλους και τους Ιταλούς κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση, και σε κάποιο σημείο από τους Τούρκους και τους Έλληνες στη Θάλασσα του Μαρμαρά. Σίγουρα, η γνώση, η παράδοση και οι κοινές πρακτικές κυκλοφορούσαν μαζί με τους ανθρώπους και τις ιδέες στον θαλάσσιο κόσμο της Μεσογείου.

Ένα θυννείο ήταν μέρος αυτού που ο Ισπανός αρχαιολόγος Dario Bernal Casasola αποκαλεί «Αλιευτικό Κύκλο», δηλαδή μια σειρά από ολοκληρωμένες δραστηριότητες που πηγάζουν και υποστηρίζονται από αυτό το είδος αλιείας: αλίευση ψαριών, επεξεργασία της σάρκας τους, εμπορία και κατανάλωση των τελικών προϊόντων, δημιουργία γαστρονομίας και πλούτου.
Το θέμα των στατικών παγίδων τόνου σίγουρα δεν καλύπτεται από αυτή τη σύντομη ανάρτηση. Πολλά περισσότερα μπορούν να ειπωθούν για τους ανθρώπους που επάνδρωναν τις παγίδες (όλοι άνδρες), την ιστορία του εργαλείου, τις πολιτικές του επιπτώσεις στη ζωή των ψαράδων και ολόκληρων χωρών.
Αν κεντρίσαμε την περιέργειά σας γι αυτές τις άλλες όψεις του θέματος ρίξτε μια ματιά στη βιβλιογραφία μας.
Θέλετε να μάθετε περισσότερα; Έχουμε προτάσεις!
Πώς να παραπέμψετε σ' αυτό το άρθρο:
Μυλωνά Δ. 2025. "Θυννεία και τόνοι. Μία μακρόχρονη ιστορία πάθους και αίματος". Αρχεία της Θάλασσας, https://www.archivesofthesea.com/post/%CE%B8%CF%85%CE%BD%CE%BD%CE%B5%CE%AF%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CF%8C%CE%BD%CE%BF%CE%B9-%CE%BC%CE%AF%CE%B1-%CE%BC%CE%B1%CE%BA%CF%81%CF%8C%CF%87%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%B7-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CF%80%CE%AC%CE%B8%CE%BF%CF%85%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B1%CE%AF%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%82 , πρόσβαση στις **-**-****
Σχόλια